Ο δρόμος, καθώς αφήνει πίσω το Δίστομο, με τις φιδίσιες στροφές μέσα από μια κοιλάδα με εκατοχρονίτικες ελιές καταλήγει σε έναν κατάλευκο oικισμό, που αναπαύεται στην ακρογιαλιά του Κορινθιακού κόλπου, ακριβώς στον όρμο της Αντίκυρας. Η μνήμη έχει τον λόγο για τη συνέχεια. Στη διάρκεια των 60 χρόνων, που έζησε εκεί η συγγραφέας, καταγράφει τη γέννηση ενός Σχολείου, του Γυμνασίου και Λυκείου Άσπρων Σπιτιών. Με ρεαλισμό και άλλοτε με πλούσια συναισθήματα παρουσιάζει τα περιστατικά της σχολικής δράσης. Ακόμη αναφέρεται στη γέννηση και τη δράση διαφόρων συλλόγων που οργάνωσαν την κοινωνική ζωή. Περιγράφει την καθημερινή πραγματικότητα των ανθρώπων, που από όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας, μερικοί και από την Αίγυπτο, έζησαν και ζουν ακόμη εκεί και αγάπησαν αυτόν τον τόπο. Σχολεία, Εκκλησίες, Δημόσια και Ιδιωτικά κτίρια, αθλητικές εγκαταστάσεις, άψογη ρυμοτομία και χώροι πρασίνου συγκροτούν την εικόνα ενός ελληνικού χωριού, που ονομάζεται Άσπρα Σπίτια της Παραλίας Διστόμου.