Αποφεύγοντας τον χαρακτηρισμό «δοκίμια», μια και ο συγγραφέας δεν έχει κανένα δοκιμιογραφικό παρελθόν, ο ίδιος χαρακτηρίζει τα κείμενά του «σπουδές», με την πρόσθετη διευκρίνιση «πάνω σε πρόσωπα και έργα αγαπημένα». Οι περισσότερες σπουδές αφορούν ποιητές και συγγραφείς, αλλά και μουσικούς, ζωγράφους, στιχουργούς και πολιτικούς γελοιογράφους. (Από την παρουσίαση της έκδοσης) [...] Φιλοτεχνώντας τα πορτρέτα ποιητών με μεγάλο εργαστηριακό βάθος ή πεζογράφων με έντονη ποιητική πνοή, που έχουν επηρεάσει ποικιλοτρόπως τη θητεία του στην παράδοση του αισθητισμού, ο Ευσταθιάδης θα αναδείξει στις Πρωσοπολατρίες τους στενούς δεσμούς της μουσικής με την ποίηση: η μουσικότητα ως ποίηση και η ποίηση ως μουσική, η μουσική ως γλώσσα και ως στιχουργική μέθοδος, ως μελοποίηση, ως αφηγηματικός τόνος, ως στίχος που ανάγεται στο ύψος της ποίησης. Και επίσης, η μουσική ως εικαστική (φωτογραφική και ζωγραφική) έκφραση, αλλά και ως (ας μην το ξεχνάμε) παραγνωρισμένο και συνάμα πρωτοποριακό καλλιτεχνικό έργο. Ο συγγραφέας σπεύδει να προικίσει τα δοκίμιά του με έναν εύγλωττο μύθο ή με μια παραδειγματική πλοκή, φροντίζοντας παράλληλα να προσδώσει στα πεζά του κάτι από το στοχαστικό ύφος και την αναλυτική λειτουργία του δοκιμίου. Είναι μια ευτυχής σε κάθε περίπτωση σύμπραξη. (ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Το Βήμα, 19/2/2012)